Κανόνες τονισμού - Πλήρες υλικό

Τα φωνήεντα

Τα επτά φωνήεντα της αρχαίας ελληνικής είναι τα: αεηιυοω και χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:

Βραχέα ή βραχύχρονα. Είναι τα: ε, ο. Λέγονται έτσι γιατί είχαν βραχεία (σύντομη) προφορά, προφέρονταν σε βραχύ (σύντομο) χρόνο, δηλαδή: ε = ε, ο = ο.

Μακρά ή μακρόχρονα. Είναι τα: η, ω. Λέγονται έτσι γιατί είχαν μακριά προφορά, προφέρονταν σε μακρύτεροπιο μεγάλο χρόνο, δηλαδή: το η προφερόταν σαν δύο εε, ενώ το ω σαν δύο οο.
Η λέξη τέλος προφερόταν τέλος. Η λέξη κήπων προφερόταν κεέποον

Άλλωστε το ω το λέμε ωμέγα, είναι ένα ο μέγα,
ενώ το ο το λέμε όμικρον, γιατί είναι ένα ο μικρό

Δίχρονα. Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, τα φωνήεντα: α, ι, υ προφέρονταν με δύο χρόνους, άλλοτε ως βραχύχρονα (α = α   ι = ι   υ = ου) κι άλλοτε ως μακρόχρονα, (α = αα   ι =ιι   υ =ουου) γι' αυτό και ονομάζονται δίχρονα.

Πότε όμως ένα δίχρονο είναι βραχύ και πότε είναι μακρό;
Στην κλίση των ουσιαστικών και των επιθέτων διευκρινίζεται πότε ένα δίχρονο είναι μακρό ή βραχύ ανάλογα με την κλιτική κατηγορία στην οποία ανήκει.
Για τα ρήματα δες στο τέλος της σελίδας.


Καταλήγουμε έτσι στον εξής πίνακα:

Βραχέα
Μακρά
Δίχρονα
ε, ο
η, ω
α, ι, υ


    • Για ν' ακούσεις την προφορά των φωνηέντων και των γραμμάτων δες εδώ
    • Μπορείς επίσης να ακούσεις την προφορά περισσότερων λέξεων εδώ
    • Επίσης, μπορείς να ακούσεις την προφορά των γραμμάτων, των διφθόγγων αλλά και ολόκληρων κειμένων εδώ (στο τέλος της σελίδας)



Οι δίφθογγοι

Εκτός όμως από τα φωνήεντα υπάρχουν και οι δίφθογγοι που είναι συνολικά έντεκα:
  • οκτώ κύριοι: αι, ει, οι, υι, αυ, ευ, ου, ηυ
  • τρεις καταχρηστικοίᾳ, ῃ, ῳ
α) Γενικά οι δίφθογγοι είναι μακρόχρονοι.
β) Υπάρχει βέβαια και η εξαίρεση! Οι δίφθογγοι αι και οι όταν βρίσκονται στο τέλος της λέξης θεωρούνται ως βραχύχρονοι.
γ) Υπάρχει όμως κι η εξαίρεση της εξαίρεσης! Όταν οι δίφθογγοι αι και οι είναι καταλήξεις της ευκτικής ή βρίσκονται στο τέλος των επιρρημάτων και των επιφωνημάτων είναι και πάλι μακρόχρονοι.

Παραδείγματα για κατανόηση
α) Στη λέξη οἶκος, ο δίφθογγος οι είναι μακρόχρονος.
β) Στη λέξη οἶκοι, που είναι ουσιαστικό, ο δίφθογγος οι είναι μακρόχρονος, ενώ ο δίφθογγος οιείναι  βραχύχρονος γιατί βρίσκεται στο τέλος της λέξης.
γ) Στη λέξη παιδεύσοι, ο δίφθογγος οι είναι μακρόχρονος, γιατί είναι κατάληξη ευκτικής.
Στη λέξη οἴκοι ο πρώτος δίφθογγος οι είναι μακρόχρονος, αλλά και ο δίφθογγος οιείναι μακρόχρονος γιατί βρίσκεται στο τέλος επιρρήματος. (Πρόσεξες ότι το αρχικό οιοἴκοι  παίρνει ψιλή και οξεία σ' αντίθεση με το οἶκοι του β' παραδείγματος που παίρνει δασεία και περισπωμένη!)
Στη λέξη εοῖ ο δίφθογγος οι είναι μακρόχρονος γιατί βρίσκεται στο τέλος επιφωνήματος.
Καταλήγουμε στον εξής πίνακα:

Βραχέα
Μακρά
Δίχρονα
ε, ο
αι, οι *
(*στο τέλος κλιτής λέξης,εκτός από τα επιρρήματα και τα επιφωνήματα.)
η, ω
αι, ει, οι, υι, αυ, ευ, ου, ηυ,
ᾳ, ῃ, ῳ
α, ι, υ

Οι γνώσεις για τα μακρόχρονα και τα βραχύχρονα είναι απαραίτητες στον τονισμό.

Βραχύχρονες, φύσει μακρόχρονες και θέσει μακρόχρονες συλλαβές

Μια συλλαβή, από το χρόνο του φωνήεντος που έχει λέγεται:
  • βραχύχρονη: αν έχει βραχύχρονο φωνήεν, π.χ. νέ-οςλό-γοςκῆ-ποι
  • φύσει μακρόχρονη: αν έχει μακρόχρονο φωνήεν, π.χ. θή-κη, τρώ-γωκοί-τηκῆ-ποι
  • θέσει μακρόχρονη: αν έχει βραχύχρονο φωνήεν, αλλά ύστερα απ' αυτό ακολουθούν στην ίδια λέξη δύο ή περισσότερα σύμφωνα ή ένα διπλό (ζ, ξ, ψ), π.χ. άλ-λοςθερ-μόςτό-ξον
Παραδείγματα για τις βραχύχρονεςφύσει μακρόχρονες και θέσει μακρόχρονες συλλαβές.
  • πλοῖ-ον,   λέ-γω,   λέ-γοι,  -πει-δή,   ἐ-χθρός,   ὄ-ζω,   ἄλ-λο-τε,   ἄν-θρω-πος,   ἄν-θρω-ποι,   ἔ-σκεμ-μαι
Σημείωση: Οι θέσει μακρόχρονες συλλαβές στον τονισμό λογαριάζονται ως βραχύχρονες.

Καλή η θεωρία, καλύτερη όμως αυτή η άσκηση όπως κι αυτή η άσκηση αντιστοίχισης.

Ποσότητα των δίχρονων της παραλήγουσας των βαρύτονων ρημάτων

1. Τα σε –ζω (-άζω, -ίζω, -ύζω) έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύ. Εξαιρούνται τα γρύζω, κράζω·
π.χ. σχίζω > σχίζε // κράζω > κρζε
2. Τα σε –πτω (π.χ. βλάπτω) έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύ. Εξαιρούνται τα κύπτω, πίπτω, ῥίπτω·
π.χ. βλάπτω > βλάψον // ῥίπτω > ῥψον
3. Τα σε –ττω ή -σσω (π.χ. τάττω) έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύ. Εξαιρούνται τα θράττω, κηρύττω, πράττω, φρίττω·
π.χ. τάττω > τάξον // πράττω > πρξον
4. Τα υπόλοιπα αφωνόληκτα (π.χ. γράφω) έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύ. Εξαιρούνται τα βρίθω, θλίβω, νίφω, τρίβω, φρύνω, ψύχω·
π.χ. γράφω > γράψον // τρίβω > τρψον
5. Τα σε –λλω, -άνω, -νυμι, έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύ·
π.χ. πάλλω > πάλλε
6. Τα σε –ίω έχω το ι μακρό. Εξαιρούνται τα ἐπαΐω, ἐσθίω

7. Τα σε –ύω έχουν το υ μακρό. Εξαιρούνται τα ἀνύω, ἀρύω, βρύω, ἐλκύω, ἐρύω, μεθύω, πτύω·
π.χ. δακρύω > δεδακρσθαι, ἀνύω > ἠνύσθαι
8. Τα σε –ρω και –νω έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας μακρό. Εξαιρούνται τα τίνω και φθίνω·
π.χ. σύρω > σρε // φθίνω > φθίνε

Πόσοι είναι οι τόνοι στα αρχαία ελληνικά;

Οι τόνοι στα αρχαία ελληνικά είναι τρεις:
 
η οξεία (  ) π.χ. (θόλος)
 
η βαρεία (  ) π.χ. (λαὸς)
 
η περισπωμένη (  ) π.χ. (τιμῶ)

Βασικοί κανόνες τονισμού
Σε ποια θέση μπαίνουν οι τόνοι;
Οι τόνοι μπαίνουν στη λήγουσα (Λ), στην παραλήγουσα (ΠΛ) και στην προπαραλήγουσα (ΠΠΛ)
Μια λέξη, ανάλογα με τη συλλαβή στην οποία τονίζεται, λέγεται:
οξύτονηαν έχει οξεία στη λήγουσα, π.χ. πα-τήρ·
περισπώμενηαν έχει περισπωμένη στη λήγουσα, π.χ. τι-μῶ
παροξύτονηαν έχει οξεία στην παραλήγουσα, π.χ. λό-γος
προπερισπώμενηαν έχει περισπωμένη στην παραλήγουσα, π.χ. δῶ-ρον
προπαροξύτονηαν έχει οξεία στην προπαραλήγουσα, ἄν-θρω-πος
1. Καμιά λέξη δεν τονίζεται πιο πάνω από την προπαραλήγουσα, π.χ.



ΠΠΛ
ΠΛ
Λ


λέ
γο
μεν

λέ
γο
μεν
λε
γό
με
θα

ΠΠΛ = προπαραλήγουσα, ΠΛ = παραλήγουσα, Λ = λήγουσα
Πότε βάζουμε οξεία;

2. Οξεία παίρνει πάντα η προπαραλήγουσα, π.χ. ἄν-θρω-πος

3. Οξεία παίρνουν πάντα τα φωνήεντα ό και έ, π.χ. λόγος, νέος (δε μας ενδιαφέρει αν βρίσκονται στη Λ στην ΠΛ ή στην ΠΠΛ)

4. Οξεία παίρνει η παραλήγουσα όταν:
η παραλήγουσα είναι μακρά (Μ)
και η λήγουσα είναι μακρά (Μ),
άρα έχουμε ΜΜ, π.χ.,

ΠΛ
Λ
Μ
Μ
οξεία


Παραδείγματα:

ΠΠΛ
ΠΛ
Λ
Μ
Μ

οξεία

κή
πων
θή
κη
δώ
ρων
κώ
μη
ἀν
θρώ
πων
ἀν
θρώ
ποις

Για τα μακρά και τα βραχέα πληροφορίες μπορείς να βρεις εδώ.

Υπενθυμίζουμε ότι γενικά οι δίφθογγοι είναι μακρόχρονοι. Όμως οι δίφθογγοι αι και οι όταν βρίσκονται στο τέλος της λέξης θεωρούνται ως βραχύχρονοι. Στην περίπτωση βεβαίως που οι δίφθογγοι αι και οι είναι καταλήξεις της ευκτικής ή βρίσκονται στο τέλος των επιρρημάτων και των επιφωνημάτων είναι και πάλι μακρόχρονοι.
Πότε βάζουμε περισπωμένη;

5. Περισπωμένη βάζουμε στην παραλήγουσα όταν:
η παραλήγουσα είναι μακρά (Μ)
και η λήγουσα είναι βραχεία (Β)
άρα έχουμε ΜΒ, π.χ.

ΠΛ
Λ
Μ
Β
περισπωμένη


Παραδείγματα:

ΠΠΛ
ΠΛ
Λ
Μ
Β
περισπωμένη
κῆ
 πος
κῆ
 πε
δῶ
 ρον
πῶ
 λε
φεῦ
 γε
κῶ
 μαι
γλῶσ
 σα
βα
θεῖ
αι

Παρατήρηση

Συχνά, πολλοί μαθητές μπερδεύονται, όταν έχουν να τονίσουν λέξεις όπως: νέων, ὅλων.
Στις περιπτώσεις αυτές προβληματίζονται τι τόνο θα βάλουν, γιατί σκέφτονται σύμφωνα με τον προηγούμενο κανόνα (της παραλήγουσας σε σχέση με τη λήγουσα). Όμως εδώ βάζουμε οξεία, γιατί τονίζουμε βραχύχρονα, το ο και το ε, που όπως μάθαμε παίρνουν πάντα οξεία, όπου κι αν βρίσκονται!
Ας ανακεφαλαιώσουμε τους πρώτους βασικούς κανόνες:


ΠΠΛ
ἄνθρωπος
οξεία
ο, ε
μόνος, νέος
ΠΛ(Μ) -Λ(Μή ΜΜ
κήπων
ΠΛ(Μ)-Λ(Βή ΜΒ
κῆπος
περισπωμένη

Κατανόησε και απομνημόνευσε τον παραπάνω πίνακα. Θα λύσεις το πρόβλημα του τονισμού για πάντα. Άλλωστε δεν είναι και τίποτα σπουδαίο! Έχεις μάθει τόσα πράγματα στη ζωή σου! Τέσσερις σειρές θα σε νικήσουν!

Για να διασκεδάσουμε λίγο, άκουσε αυτό το παλιό ρεμπέτικο τραγούδι

Απλή Μέθοδος για να μάθουμε να τονίζουμε

Για να τονίσουμε μια λέξη, θα σκεφτόμαστε τους κανόνες με τη σειρά. Αν ισχύει ο κανόνας, τότε βάζουμε τον κατάλληλο τόνο, αν όχι, πάμε στον επόμενο κανόνα.
Παραδείγματα:

Έστω ότι έχουμε να τονίσουμε τη λέξη θεος.
Σκεφτόμαστε
για τη λέξη 
θεος 
α) ισχύει ο 1ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε ΠΠΛ;
ΟΧΙ
β) ισχύει ο 2ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε το ο ή το ε;
ΝΑΙ

άρα θα βάλουμε οξεία, δηλαδή θεός

Έστω ότι έχουμε να τονίσουμε τη λέξη πληθος.
Σκεφτόμαστε
για τη λέξη πληθος 
α) ισχύει ο 1ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε ΠΠΛ;
ΟΧΙ
β) ισχύει ο 2ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε το ο ή το ε;
ΟΧΙ
γ) από τον 3ο κανόνα, είμαστε στην περίπτωση ΜΜ ή ΜΒ;
Στην περίπτωση ΜΒ

άρα θα βάλουμε περισπωμένη, δηλαδή πλῆθος

Έστω ότι έχουμε να τονίσουμε τη λέξη κινδυνος.
Σκεφτόμαστε
για τη λέξη κινδυνος 
α) ισχύει ο 1ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε ΠΠΛ;
ΝΑΙ

άρα θα βάλουμε οξεία, δηλαδή κίνδυνος

Έστω ότι έχουμε να τονίσουμε τη λέξη πληθους.
Σκεφτόμαστε
για τη λέξη πληθους 
α) ισχύει ο 1ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε ΠΠΛ;
ΟΧΙ
β) ισχύει ο 2ος κανόνας, δηλαδή έχουμε να τονίσουμε το ο ή το ε;
ΟΧΙ
γ) από τον 3ο κανόνα, είμαστε στην περίπτωση ΜΜ ή ΜΒ;
Στην περίπτωση ΜΜ

άρα θα βάλουμε οξεία, δηλαδή πλήθους


Ειδικοί κανόνες τονισμού
Πότε άλλοτε βάζουμε οξεία;

α) Οξεία βάζουμε στην ασυναίρετη λήγουσα της ονομαστικής, της αιτιατικής και κλητικής, π.χ.
ὁ ποιητής, τον ποιητήν, ὦ ποιητά, οἱ ποιηταί, τούς ποιητάς, ὦ ποιηταί
β) Οξεία βάζουμε στη λήγουσα που προέρχεται από συναίρεση, όταν πριν από τη συναίρεση είχε οξεία η δεύτερη από τις συλλαβές που συναιρούνται, π.χ.
ἑσταώς > ἑστώς, κληίς > κλείς
Πότε άλλοτε βάζουμε περισπωμένη;
γ) Περισπωμένη βάζουμε στη μακροκατάληκτη λήγουσα της γενικής και της δοτικής των πτωτικών, π.χ.
τοῦ ποιητοῦ, τῷ ποιητ, τῶν ποιητῶν, τοῖς ποιηταῖς
δ) Περισπωμένη βάζουμε στη λήγουσα που προέρχεται από συναίρεση, όταν πριν από τη συναίρεση είχε οξεία η πρώτη από τις συλλαβές που συναιρούνται, π.χ.
τιμάω > τιμ, ἐπιμελέες > ἐπιμελεῖς
Πότε βάζουμε βαρεία;
Βαρεία βάζουμε στη θέση της οξείας μόνο στη λήγουσα, όταν δεν ακολουθεί σημείο στίξης ή λέξη εγκλιτική.
Παραδείγματα με βαρεία:
ὁ βασιλεὺς τν μν πρς ἑαυτν ἐπιβουλν οὐκ ᾐσθάνετο
τ βαρβαρικν

Οξεία κι όχι βαρεία
τό τε βαρβαρικόν.

Στο " τό" βάζουμε οξεία κι όχι βαρεία, γιατί ακολουθεί εγκλιτικό. Στην ουσία ο τόνος του εγκλιτικού ανεβαίνει στο "τό".
Στο "βαρβαρικόν" βάζουμε οξεία κι όχι βαρεία, γιατί ακολουθεί τελεία, δηλ. σημείο στίξης.
Περισσότερα για τον τονισμό των εγκλιτικών εδώ


Τα πνεύματα

Επιγραφή κούρου Αναβύσσου Ηρακλής-Νέττος Ο θάνατος του Σαρπηδόνα, Ύπνος και Θάνατος, Ερμής

Όπως φαίνεται από τις παραπάνω επιγραφές στο επίγραμμα και στα αγγεία φαίνεται καθαρά πως οι αρχαίοι έγραφαν μόνο με κεφαλαία και δε χρησιμοποιούσαν ούτε τόνους ούτε πνεύματα.
Παρατηρούμε όμως ότι για να δηλώσουν την δασεία (παχειά) προφορά των φωνηέντων και του συμφώνου -ρ- χρησιμοποιούσαν το γράμμα Η, π.χ. ΗΟΝ (ὁν), ΗΕΡΑΚΛΕΣ (Ἑρακλες), ΗΥΠΝΟΣ (Ὑπνος), ΗΕΡΜΕΣ (Ἑρμες). Είναι προφανές ότι για να δηλώσουν την ψιλή (λεπτή) προφορά δε χρειαζόταν κανένα σημείο.

Στην Αττική μετά την ορθογραφική μεταρρύθμιση του 403 π.Χ. καταργείται στη γραφή το Η ως σημείο δάσυνσης και χρησιμοποιείται για να δηλώσει το μακρό μεσαίο φωνήεν, π.χ. ΠΛΗΘΟΣ και όχι ΠΛΕΘΟΣ.
Δες την παρακάτω εικόνα.

Επιγραφή Αρχίλοχου

Σε άλλες περιοχές χρησιμοποιείται ήδη από τον 4ο αι. π.Χ. για τη δάσυνση το αριστερό μισό του Η (e1)
Το σύμβολο αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους γραμματικούς στους ελληνιστικούς για να δηλώσουν το δασυνόμενο  φωνήεν, ενώ το αντίθετό του, το δεξιό μισό του Η (e2) για να δηλώσουν το ψιλό φωνήεν.
Με το πέρασμα των χρόνων τα σύμβολα μετατράπηκαν σε ορθές γωνίες, για να αποκτήσουν στα βυζαντινά χρόνια την καμπυλότητα που έχουν και σήμερα και να καθιερωθούν τον 10ο αι. μΧ..

Άλλωστε, στα ελληνιστικά χρόνια, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος να διδαχτεί η ελληνική γλώσσα και προφορά. Γι' αυτό και άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως τα διάφορα σημάδια είτε για τον τονισμό είτε για την προφορά των αρχικών φωνηέντων.

Βέβαια, η παχειά προφορά των φωνηέντων χάθηκε σταδιακά και εξελίχτηκε η προφορά σ' αυτήν που έχουμε σήμερα, με όλες τις κατά τόπους παραλαγές, έμειναν όμως τα σημάδια για την γραφή των αρχαίων ελληνικών απλώς για λόγους ιστορικούς. Να μην ξεχνάμε ότι μόνο εμείς διαβάζουμε τα αρχαία ελληνικά με νεοελληνικό τρόπο. Οι υπόλοιποι λαοί ακολουθούν την ερασμιακή προφορά.

Κατάλογος λέξεων που παίρνουν δασεία:
 1) Οι λέξεις που αρχίζουν από υ ή από ρ: ὑβρίζω, ῥόδον.
2) Τα άρθρα ὁ, ἡ, αἱ και οι δεικτικές αντωνυμίες ὅδε, ἥδε, οἵδε, αἵδε· οὗτος, αὕτη.
3) Οι αναφορικές αντωνυμίες και τα αναφορικά επιρρήματα (εκτός από τα ἔνθα, ἔνθεν): ὅς, ἥ, ὃ κτλ., ὅπου, ὅθεν κτλ.
4) Οι τύποι της προσωπικής αντωνυμίας ἡμεῖς, ἡμῶν κτλ., οὗ,οἷ, ἕ, οι αντωνυμίες ἕτερος, ἑκάτερος, ἕκαστος και οι λέξεις που σχηματίζονται από αυτές (ἡμέτερος, ἑαυτοῦ, ἑτέρωθεν, ἑκάστοτε κτλ.).
5) Οι σύνδεσμοι ἕως, ἡνίκα, ἵνα, ὅμως, ὅποτε, ὅπως, ὅτε, ὅτι, ὡς, ὥστε.
6) Τα αριθμητικά εἷς, ἕν, ἕξ, ἑπτά, ἑκατόν· επίσης τα παράγωγα από αυτά· ἕνδεκα, ἑξακόσιοι, ἑβδομήκοντα, ἑκατοντάκις κτλ.
7) Οι ακόλουθες λέξεις (και όσες είναι παράγωγες από αυτές ή σύνθετες με α΄ συνθετικό τις λέξεις αυτές):
Α.- ἁβρός, ἅγιος, ἁγνός, ᾍδης, ἁδρός, ἁθρόος (στην αττική διάλεκτο), αἷμα, Αἷμος, αἱρέω-ῶ, αἱ ἁλαὶ (= η αλυκή), ἅλας, Ἁλιάκμων, γεν. -ονος, Ἁλίαρτος, ἁλιεύω (μτγν.), Ἁλικαρνασσός, ἅλις (= αρκετά), ἁλίσκομαι- ἅλωσις, ἅλλομαι (= πηδῶ), Ἁλόννησος, ἁλουργίς, γεν. -ίδος (μτγν.), ὁ ἅλς, γεν. τοῦ ἁλὸς (= αλάτι· συχνά σε πληθ. οἱ ἅλες = αλάτι, αλυκή), ἡ ἅλς, γεν. τῆς ἁλὸς (= θάλασσα), ἁλτήρ, πληθ. ἁλτῆρες, ἅλυσις, ἡ ἅλως (= αλώνι), ἅμα, ἅμαξα, ἁμαρτάνω, ἅμιλλα, ἅμμα (= δέσιμο, κόμπος· από το ἅπτω), ἁνύτω (αλλά και ἀνύ(τ)ω), ἁπαλός, ἅπαξ, ἁπλοῦς, ἅπτω-ἅπτομαι, ἅρμα, ἁρμόζω, ἁρμονία, ἁρμός, ἅρπαξ - ἁρπάζω, ἁφή, ἁψίκορος, ἁψίς, γεν. -ιδος.

Ε.- (Ἑβραῖος), τὸ ἕδος (= θρόνος, ναός, άγαλμα), ἕδρα, ἑδώλιον, ἕζομαι (= κάθομαι), εἱλόμην (αόρ. β΄ του αἱροῦμαι), εἵμαρται – εἱμαρμένη, εἵργνυμι και εἱργνύω (= εμποδίζω την έξοδο, κλείνω μέσα· ενώ εἴργω = εμποδίζω την είσοδο, αποκλείω), εἱρκτή, Ἑκάβη, ἑκάς (= μακριά), Ἑκάτη, ἑκών, Ἑλένη, Ἑλικών (γεν. -ῶνος), ἡ ἕλιξ, ἑλίττω (= τυλίγω, στρέφω), ἕλκος, ἕλκω (μεταγ. ἑλκύω), Ἑλλάς, Ἕλλην, ἡ ἕλμινς (γεν. –ινθος = σκουλήκι των εντέρων), τὸ ἕλος, ἕνεκα ή ἕνεκεν, ἑξής, ἕξω (μέλλ. του ρ. ἔχω), ἑορτή, ἕρκος (= φραγμός), ἕρμα, ἑρμηνεύω, Ἑρμῆς, ἕρπω, ἑσπέρα, ἕσπερος, ἑσπόμην (αόρ. β' του ἕπομαι), ἑστιάω-ῶ, ἑταῖρος, ἕτοιμος και ἑτοῖμος, εὑρίσκω, ἑφθός (= βραστός· για τα μέταλλα = καθαρισμένος με φωτιά, καθαρός), ἕψω (= βράζω), ἕωλος (= παλιός, όχι πρόσφατος), ἡ ἕως (= πρωί).

Η.- Ἥβη, ἡγέομαι –οῦμαι, ἥδομαι, ἥκιστα, ἥκω, ἧλιξ (= συνομήλικος, σύντροφος), Ἡλιαία, ἥλιος, ἧλος (= καρφί), ἡμέρα, ἥμερος, ἡμι- (αχώριστο μόριο), ἥμισυς, ἡ ἡνία και τὰ ἡνία (= χαλινός), ἧπαρ, Ἥρα, Ἡρακλής, Ἡρόδοτος, ἥρως, Ἡσίοδος, ἥσυχος, ἧττα, ἡττάομαι -ῶμαι, ἥττων, Ἡφαιστος.

Ι.- ἱδρύω, ἱδρώς, ἱέραξ, ἱερός, ἵημι, ἱκανός, ἱκέτης, ἱκνέομαι –οῦμαι, ἱλάσκομαι, ἱλαρός, ἵλεως, ἱμάς, ἱμάτιον, ἵμερος (=.πόθος), ἵππος, (μεταγεν. ἵπταμαι), ἵστημι, ἱστός - ἱστίον, ἱστορία, ἱστορέω -ῶ, ἵστωρ (γεν. -ορος = έμπειρος, γνώστης).

Ο.- ὁδός, ὁλκάς (= πλοίο που ρυμουλκείται, φορτηγό), ὁλκή (= έλξη, εισπνοή, βάρος), ὁ ὁλκός (= μηχάνημα με·το οποίο έσερναν τα πλοία, λουρί, χαλινός, τροχιά, αυλάκι), ὅλμος, ὅλος, ὁρμαθός, ὁρμή, ὁ ὅρμος, ὁ ὅρος, τὸ ὅριον, ὁρίζω, ὁράω -ῶ, ὅσιος.

Ω.- ὥρα, ὡραῖος, ὥριμος.

Θέση του τόνου και του πνεύματος

α) Στα απλά φωνήεντα και τους καταχρηστικούς διφθόγγους, όταν γράφονται με μικρά γράμματα, ο τόνος ή το πνεύμα σημειώνεται από πάνω: ἀρετή, ἑορτή, τῷ ἀνθρώπῳ, ἠώς, ᾠδεῖον· όταν είναι κεφαλαία, σημειώνεται εμπρός και προς τα πάνω: Ἁθηνᾷ, Ἑλλάς, Ἠώς, Ὠιδεῖον ή Ὠδεῖον.

β) Στους κύριους διφθόγγους ο τόνος ή το πνεύμα σημειώνεται πάνω στο δεύτερο φωνήεν: αὐτός, αἱρετός, εὑρίσκω, ναύτης, σφαῖρα, Αἰγεύς.

γ) Όταν ο τόνος και το πνεύμα βρίσκονται στην ίδια συλλαβή, τότε η οξεία ή η βαρεία σημειώνεται ύστερ' από το πνεύμα και η περισπωμένη από πάνω του: ἄνθρωπος, Ἕλλην, αὔριον, Αἴας ὅς ἥρως ἦν, εὖρος, Ἥρα, ἧπαρ.

δ) Ο τόνος και το πνεύμα παραλείπονται σε λέξεις που γράφονται ολόκληρες με κεφαλαία: ΕΛΛΑΣ, ΑΙΓΙΝΑ, ΠΑΡΘΕΝΩΝ.