Η παιδική κατάθλιψη έγινε αποδεκτή από τους ειδικούς ως πρόβλημα που μπορεί να απασχολεί τα παιδιά και τους εφήβους τα τελευταία είκοσι χρόνια. Άργησε να αναγνωριστεί ως κλινική οντότητα επειδή επικρατούσαν, επί σειρά ετών στην παιδοψυχιατρική, η άποψη ότι οι καταθλιπτικές διαταραχές είναι σπάνιες στα μικρά παιδιά. Οι ερευνητές θεώρησαν ότι τα παιδιά υποφέρουν από κατάθλιψη, αλλά παρουσιάζουν αυτό που ονομάζουμε «συγκαλυμμένη κατάθλιψη» και «καταθλιπτικά ισοδύναμα».
Η κατάθλιψη δηλαδή εκδηλώνεται με έμμεσο τρόπο και τα παιδιά δεν εμφανίζουν αρνητικό συναίσθημα ή τα γνωστικά και σωματικά συμπτώματα της κατάθλιψης, αλλά καταθλιπτικά ισοδύναμα (ψυχολογικά ή/και οργανικά), τα οποία μπορούν να πάρουν τη μορφή επιθετικής συμπεριφοράς, υπερκινητικότητας, μαθησιακών δυσκολιών, νυχτερινής ενούρησης κλπ. Επομένως, θεωρητικά κάθε γνωστό κλινικό σύμπτωμα της παιδικής ηλικίας μπορούσε να θεωρηθεί ως ένδειξη μιας «συγκαλυμμένης» κατάθλιψης.
Υπήρξε έντονη διαμάχη σχετικά με το κατά πόσο ήταν αναπτυξιακά συμβατό για τα παιδιά να παρουσιάζουν κατάθλιψη, επειδή είναι κοινή παραδοχή ότι η παιδική ηλικία είναι η πιο χαρούμενη και ευχάριστη περίοδος της ανθρώπινης ζωής και είναι εμφανής η αδυναμία του παιδιού να εκφράσει με λόγια τα συναισθήματα θλίψης, απελπισίας και απόγνωσης.
Τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα απέδειξαν ότι η κατάθλιψη στα παιδιά δεν είναι συγκαλυμμένη αλλά ότι μπορεί απλώς να μην είναι εύκολα αναγνωρίσιμη επειδή συχνά συνυπάρχει με άλλα προβλήματα, ίσως περισσότερο εμφανή, όπως τη διαταραχή διαγωγής. Άλλες φορές πάλι, η φύση των συμπτωμάτων μπορεί να μην εμπνέει ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς γονείς και δάσκαλοι ενδέχεται να αποδίδουν τη συμπεριφορά των παιδιών σε υπερβολική ντροπαλότητα ή έλλειψη κοινωνικότητας.
►Ποια είναι τα σημεία και τα συμπτώματα της κατάθλιψης που πρέπει να αναγνωρίσουν οι γονείς και/ή οι δάσκαλοι ώστε να μπορούν να βοηθήσουν έγκαιρα το παιδί.
– Έλλειψη επιθυμίας για παιχνίδι: απομάκρυνση από φίλους και από δραστηριότητες από τις οποίες το παιδί αντλούσε χαρά και ικανοποίηση στο παρελθόν (το παιδί δεν επισκέπτεται πια τους φίλους του, ή δεν κάνει καθόλου φίλους και περνά τον περισσότερο χρόνο του μόνο, ενώ δραστηριότητες που το ευχαριστούσαν στο παρελθόν δεν έχουν πλέον ενδιαφέρον για το παιδί).
-Θλίψη και απελπισία (τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας και για αρκετές ώρες της ημέρας το παιδί κλαίει και είναι θλιμμένο).
-Έλλειψη αυτοπεποίθησης ή αυτοεκτίμησης: υπερβολικά συναισθήματα ενοχής, ντροπής και ανικανότητας, απουσία ενθουσιασμού ή κινήτρου και χαμηλή αυτοεκτίμηση (φράσεις όπως «Είμαι χαζός» ή «Εγώ φταίω για όλα» είναι συχνές στο καταθλιπτικό παιδί). Υπερευαισθησία στην κριτική.
-Αλλαγές στις συνήθειες ύπνου (το παιδί μπορεί να ξυπνά πολλές φορές κατά
τη διάρκεια της νύχτας ή να μην μπορεί να ξυπνήσει το πρωί). Χαμηλή ενεργητικότητα και χρόνια κόπωση.
-Αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες (αύξηση ή ελάττωση της όρεξης για φαγητό) Μπορεί να συνοδεύονται από απώλεια βάρους. Στην εφηβεία τα προβλήματα λήψης τροφής μπορεί να αγγίξουν τη νευρική ανορεξία ή βουλιμία.
-Ξεσπάσματα θυμού: αυξημένος εκνευρισμός και ευερεθιστότητα (ακόμα και οι πιο μικρές δυσκολίες φέρνουν εκνευρισμό και θυμό που το παιδί δεν μπορεί να διαχειριστεί).
-Αυξημένη κινητική δραστηριότητα και διέγερση ή αντίθετα υποτονική διάθεση και μερικές φορές υπερβολικό κλάμα.
-Άρνηση να πάνε σχολείο: πολλές απουσίες από το σχολείο και σημαντική μείωση στη σχολική επίδοση (το παιδί χάνει πολλά μαθήματα και η επίδοσή του στα μαθήματα μειώνεται σε σημαντικό βαθμό).
– Έλλειψη συγκέντρωσης και κινήτρων (παιδιά που ήταν καλά οργανωμένα στο παρελθόν φαίνεται να ξεχνούν, να μην μπορούν να οργανώσουν το χρόνο και τις δραστηριότητές τους ή να συγκεντρωθούν σε ότι κάνουν) και αδυναμία λήψης αποφάσεων.
-Αδιαφορία για τον εαυτό τους, τα μέλη της οικογένειας ή δραστηριότητες που κάποτε προτιμούσαν.
-Συχνά παράπονα για κεφαλαλγίες, ναυτίες και πόνους στο στομάχι (τα συμπτώματα αυτά συνήθως απορρέουν από την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών).
-Επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου και αυτοκτονίας. (Αρκετές φορές ένα παιδί που είναι θυμωμένο μπορεί να πει τη φράση «Μακάρι να πέθαινα». Η αυτοκτονία όμως είναι μια πραγματικότητα ακόμη και για τα παιδιά. Όταν μια τέτοια φράση προέρχεται από τα χείλη ενός παιδιού με κατάθλιψη, θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψιν).
-Στους εφήβους, κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι τα συμπτώματα αυτά πρέπει να έχουν διάρκεια. Δεν σημαίνει ότι αν το παιδί παρουσιάσει κάποιες αλλαγές στη συμπεριφορά του για κάποιες ημέρες πάσχει από κατάθλιψη, ιδιαίτερα αν η αλλαγή στη συμπεριφορά έχει επέλθει ύστερα από ένα σοβαρό και λυπηρό γεγονός, όπως ο θάνατος κάποιου αγαπημένου προσώπου.
Σε κάθε περίπτωση πάντως όταν ο γονιός αντιληφθεί τέτοιες αλλαγές στο παιδί του δεν πρέπει να αδιαφορήσει αλλά να το παρακολουθήσει και, αν βλέπει ότι τα συμπτώματα συνεχίζονται, να απευθυνθεί στον ειδικό. Στο πλαίσιο του σχολείου η παιδική κατάθλιψη παραβλέπεται σε ένα μεγάλο ποσοστό και δε γίνεται αντιληπτή από τους δασκάλους. Ένας σημαντικός λόγος γι’ αυτό το γεγονός είναι ότι πολλά καταθλιπτικά παιδιά είναι συχνά τα «καλύτερα» παιδιά του σχολείου, που επιδεικνύουν την «καλύτερη συμπεριφορά» έχουν συχνά καλούς τρόπους, είναι ευγενικά και συνεσταλμένα και τους αρέσει να βοηθούν τους άλλους. Δεν είναι ενοχλητικά και δεν παρεμποδίζουν τη δουλειά του εκπαιδευτικού (Cytryn& McKnew, 1996).
της Ηλιάνας Σειτανίδου
Καθηγήτρια Αγγλικών (ΜΑ) με εξειδίκευση στις Μαθησιακές Δυσκολίες
Σχολική Ψυχολόγος