ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Β΄ ΟΡΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ

Β' ΟΡΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ


Ορισμός:
Όροι της σύγκρισης ονομάζονται δυο ουσιαστικά (που φανερώνουν πρόσωπα, ζώα, πράγματα, καταστάσεις, ιδιότητες) ή άλλα μέρη του λόγου, όταν συγκρίνονται μεταξύ τους. 

Α. Ο πρώτος (α') όρος σύγκρισης δηλώνει το πρόσωπο ή το πράγμα, από το οποίο «ξεκινάμε», όταν κάνουμε σύγκριση. 
Β. Ο δεύτερος (β') όρος σύγκρισης δηλώνει το πρόσωπο ή το πράγμα, με το οποίο γίνεται η σύγκριση.


 

Παρατήρηση:
Για να έχουμε α' και β' όρο σύγκρισης πρέπει οπωσδήποτε στην πρόταση να υπάρχει επίθετο ή επίρρημα συγκριτικού βαθμού, ή άλλες λέξεις με συγκριτική σημασία.


Ως συγκριτικές λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν:
  1. Επίθετα ή επιρρήματα συγκριτικού βαθμού
    π.χ. Ὁ ἔπαινος κρεῖττον πολλῶν χρημάτων ἐστί. 
  2. Επίθετα ή επιρρήματα υπερθετικού βαθμού
    π.χ. Ἡ στρατεία ἐγένετο μεγίστη τῶν πρὸ αὐτῆς. 
  3. Λέξεις με συγκριτική σημασία: 

    1. επιρρήματα και λέξεις με επιτατική σημασία: μᾶλλον, πλέον, χεῖρον, ὀλίγον, ἔτι, πολύ, μάλιστα, διαφερόντως - ὡς, πολλῷ, ὅσῳ, τοσούτῳ, κ.λ.π. 
      π.χ. Μαθημάτων φρόντιζε μᾶλλον χρημάτων. 
    2. αντωνυμίες και επίθετα που έχουν συγκριτική έννοια: ἄλλος, ἕτερος, διάφορος, ὕστερος, πρότερος, όσα (επίθετα) λήγουν σε –πλασιος (διπλάσιος, τριπλάσιος) κ.λ.π. 
      π.χ. Ὄψόμεθα δὲ τὴν πόλιν διπλασίας μὲν ἢ νῦν τὰς προσόδους λαμβάνουσαν. 


Α. Ο α' όρος σύγκρισης μπορεί να είναι οποιοσδήποτε όρος της πρότασης και εκφέρεται ποικιλοτρόπως:
π.χ. 
α. Ἡ ἀρετὴ σεμνοτέρα τῆς κακίας ἐφαίνετο. (ουσιαστικό σε θέση υποκειμένου) 

β. Τίνος δ’ ἐκποδὼν γενομένου μᾶλλον ᾔσθησαν οἱ πολέμιοι ἢ Ἀγησιλάου; (αντωνυμία σε θέση αντικειμένου) 

γ. Ἀναγκαῖον ἦν συντομώτερον ἤ σαφέστερον διαλεχθῆναι. (επιρρηματικός προσδιορισμός)


Β. Ο β' όρος σύγκρισης εκφέρεται με τους εξής τρόπους:
Β.1. Όταν είναι ουσιαστικό ή άλλη λέξη που χρησιμοποιείται αντί ουσιαστικού: 

α. Με απλή γενική (συγκριτική) 
π.χ. Τό ἡδὺ ἕτερον τοῦ ἀγαθοῦ ἐστιν. 

β. Με το «ἢ» + ομοιόπτωτα προς τον α' όρο 
π.χ. Ἡ σιγή ἐστιν αἱρετωτέρα ἢ λόγος

Β.2. Όταν δεν είναι ουσιαστικό, αλλά κάποια άλλη λέξη ή φράση, με: 
α. «ἢ» + ομοιότροπα προς τον α' όρο 
π.χ. Παίζων οὐδὲν ἧττον ἢ σπουδάζων ἐλυσιτέλει τοῖς συνδιατρίβουσι. 

β. «ἀντί», «πρὸ» + γενική 
π.χ. Ἐλευθερία ἐστὶν αἱρετώτερον ἀντὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν

γ. «παρὰ» + αιτιατική 
π.χ. Ἡλίου ἐκλείψεις συνέβησαν πυκνότεραι παρὰ τὰ μνημονευόμενα

δ. (ἢ) «πρὸς» + αιτιατική 
π.χ. Ὁ γὰρ ἄρχων Ἐπιτάδας ἐνδεεστέρως ἑκάστῳ παρεῖχεν ἢ πρὸς τὴν ἐξουσίαν

ε. ἢ «κατὰ» + αιτιατική 
π.χ. Ἄγις ἔτυχε σεμνοτέρας ἢ κατὰ ἄνθρωπον ταφῆς. 

στ. ἢ ὡς / ὥστε + απαρέμφατο (όταν υπάρχει δυσαναλογία ανάμεσα στα μέρη που συγκρίνονται 
π.χ. Ἀριστείδης δικαιότερος ἦν ἢ ὥστε τὸν τοῦ πλήθους φθόνον ἐκφυγεῖν

ζ. ἢ + ονομαστική (συνήθως εννοείται το ρ. εἰμὶ ή άλλο ρήμα όμοιο με το ρήμα του πρώτου όρου) 
π.χ. Ἀνδρὸς δυνατωτέρου ἢ ἐγώ (ενν.εἰμί). 
Τοῖς μᾶλλον ἀκμάζουσιν ἢ ἐγὼ (ενν. ἀκμάζω) παραινῶ τοιαῦτα λέγειν. 

η. ἢ + ολόκληρη πρόταση 
π.χ. Τὰ ἐκείνων ἔργα μείζω ἐστὶν ἢ ὡς τῷ λόγῳ τις ἂν εἴποι

Β.3. Ο β’ όρος σύγκρισης είναι δυνατόν να παραλείπεται: 
  1. Όταν εννοείται από τα συμφραζόμενα 
    π.χ. Ἤρξατο λόγου Φαρνάβαζος· καὶ γὰρ ἦν πρεσβύτερος (Ἀγησιλάου). 
  2. Όταν είναι αντίθετος προς τον β΄ όρο 
    π.χ. Ἐν εἰρήνῃ οἱ ἱδιῶται ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσιν (ἢ ἐν πολέμω). 
Β.4. Μερικές φορές ο β’ όρος σύγκρισης είναι δυνατόν να εκφέρεται βραχυλογικά με τις γενικές: «τοῦ ὄντος», «τοῦ δέοντος», «τοῦ δικαίου», «τοῦ προσήκοντος», «τοῦ λόγου» κ.ά. που ισοδυναμούν με «ἢ» + πρόταση 
π.χ. Ἡ κακία ἐφαίνετο λευκοτέρα καὶ ἐρυθροτέρα τοῦ ὄντος (ἢ ὄντως ἦν).


ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ
Α' ΟΡΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ
Β' ΟΡΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗΣ
Παραθετικά επιθέτων και επιρρημάτων

Λέξεις με συγκριτική σημασία
ΕΚΦΕΡΕΤΑΙ:

Με ποικίλους τρόπους
ΕΚΦΕΡΕΤΑΙ:

  • Με γενική συγκριτική
  • Με ἢ + ομοιόπτωτα ή ομοιότροπα με τον α' όρο
Σπανιότερα
  • ἀντὶ / πρὸ + γεν., παρὰ + αιτ., (ἢ) πρὸς + αιτ., ἢ κατὰ+ αιτ., ἢ / ἢ ὡς / ἢ ὥστε + απαρέμφατο  + ονομαστική,  + πρόταση
  • Βραχυλογικά