Μία μέρα πριν από
την έναρξη των φετινών εξετάσεων για χιλιάδες μαθητές στα λύκεια της χώρας
εξηγούμε πώς ακριβώς λειτουργεί η διαδικασία επιλογής θεμάτων και ανατρέχουμε
σε παλιές ιστορίες διαρροών Την Παρασκευή 8 Ιουνίου ξεκινούν και
επίσημα οι πανελλήνιες εξετάσεις για τη φετινή χρονιά. Σύμφωνα με πληροφορίες
από το υπουργείο Παιδείας, φέτος οι συμμετέχοντες θα ξεπεράσουν τους 100.000.
Θα λειτουργήσουν περίπου χίλια εξεταστικά κέντρα στην Ελλάδα, ενώ, από την
κατοχύρωση των θεμάτων στα οποία θα εξεταστούν οι μαθητές μέχρι την τελική
διόρθωση, θα απασχοληθούν συνολικά 20.000 εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης. Η Ελλάδα, ουσιαστικά, είναι μία από τις έντεκα χώρες στην Ευρώπη
όπου η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση γίνεται βάσει ενδοσχολικής
αξιολόγησης, δηλαδή βάσει εξετάσεων που δίνονται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης. Οι φορείς που διαχειρίζονται την όλη
διαδικασία των εξετάσεων είναι δύο: ο Εθνικός Οργανισμός Εξετάσεων, ο οποίος
έχει την κεντρική ευθύνη για την ομαλή διεξαγωγή των Πανελληνίων, και η
Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων, που αναλαμβάνει τη διαδικασία της επιλογής των
θεμάτων στα οποία πρόκειται να εξεταστούν οι υποψήφιοι. Ο Εθνικός Οργανισμός
Εξετάσεων αποτελείται από τον πρόεδρο της επιτροπής, τον πρόεδρο του
Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, τέσσερις εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης, έναν καθηγητή πανεπιστημίου, έναν σχολικό σύμβουλο, τον εκάστοτε
Γενικό Διευθυντή Σπουδών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και τον εκάστοτε επικεφαλής
της Διεύθυνσης Εξετάσεων. Η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων αποτελείται από περισσότερα μέλη,
συγκεκριμένα από είκοσι δύο τακτικά μέλη και δεκαοκτώ τριμελείς εισηγητικές
επιτροπές για κάθε εξεταζόμενο μάθημα. Συνολικά, περίπου 200 άτομα περνούν από
τα γραφεία του υπουργείου Παιδείας την περίοδο των εξετάσεων. Όλοι τους
παραμένουν ανώνυμοι. Κάθε χρόνο αλλάζει περίπου το 40% των μελών της επιτροπής.
Οποιοσδήποτε καθηγητής μπορεί να λάβει μέρος στη διαδικασία, ωστόσο υπάρχουν
κάποιοι περιορισμοί, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας. Δεν μπορεί να
συμμετάσχει εκπαιδευτικός του οποίου συγγενικό πρόσωπο, εξ αίματος ή εξ
αγχιστείας, δίνει εξετάσεις ή καθηγητής που έχει γράψει κάποιο σχολικό βοήθημα για
μάθημα που τίθεται προς εξέταση. Όπως
υποστηρίζει ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, κ. Νίκος Παπαχρήστος, τίθεται ζήτημα σε σχέση
με τη σύσταση αυτής της επιτροπής. «Οι περισσότεροι είναι πανεπιστημιακοί.
Αυτοί είναι που γράφουν συνήθως τα βιβλία, αυτοί είναι που βάζουν και τα
θέματα» παραδέχεται. Στην επιτροπή υπάρχουν και καθηγητές της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης, ωστόσο, κατά τον πρόεδρο της ΟΛΜΕ, πιο πολύ «κάνουν τη λάντζα»
παρά συμμετέχουν στη διαδικασία επιλογής. Η διαδικασία που ακολουθείται μέχρι να καταλήξει η Κεντρική Επιτροπή
Εξετάσεων στα θέματα θυμίζει κινηματογραφική ταινία. Το απόγευμα της προηγούμενης από την εξέταση μέρας η τριμελής επιτροπή και
τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής προσέρχονται στα κεντρικά γραφεία του υπουργείου
Παιδείας στο Μαρούσι και ξεκινούν τη διαδικασία για την επιλογή των θεμάτων. Θα
βγουν από το κτίριο στις δέκα το πρωί της επόμενης ημέρας, όταν τα θέματα που
έχουν εισηγηθεί έχουν δοθεί πια στους υποψηφίους. Στην αίθουσα υπάρχουν ψυγεία,
κουζίνα, μέχρι και κρεβάτια. Η επικοινωνία με τον έξω κόσμο διακόπτεται. Μέχρι
και τα κινητά των μελών των επιτροπών έχουν «κόφτη», με αποτέλεσμα να μην
επιτρέπεται η κλήση ή η αποστολή μηνύματος. Η όλη διαδικασία πέρσι είχε
κοστίσει δώδεκα εκατομμύρια ευρώ. Πολλοί, μάλιστα, θεωρούν πως είναι το δεύτερο
πιο πολύπλοκο σύστημα στην Ελλάδα μετά τις εκλογές, με μόνη διαφορά πως
γίνονται κάθε χρόνο. Η τριμελής επιτροπή περίπου στις δώδεκα τα
μεσάνυχτα εισηγείται τα θέματα που προκρίνει ως κατάλληλα. Από κει και πέρα,
ξεκινά η διαδικασία επιλογής από την Κεντρική Επιτροπή και τα δεκαοκτώ μέλη
της. Η διαβούλευση κρατά αρκετή ώρα. Τη σκυτάλη από την Κεντρική Επιτροπή
παίρνει ο «λύτης», ένας καθηγητής της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο οποίος
καλείται σε δύο ώρες, όχι τρεις, όπως οι υποψήφιοι, να απαντήσει στα θέματα,
για να κριθεί αν τελικά αυτά που έχουν προταθεί μπορούν να λυθούν από τους
μαθητές στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Τα θέματα, σύμφωνα με το υπουργείο
Παιδείας, διακρίνονται σε τέσσερις βαθμίδες δυσκολίας. Η συγκεκριμένη τακτική καθιερώθηκε
πριν από δεκαπέντε χρόνια, ύστερα από την «υπερπαραγωγή» αριστούχων το 2000. Τα
θέματα εκείνη τη χρονιά κρίθηκαν ιδιαίτερα εύκολα, με αποτέλεσμα στη Β' Δέσμη
το ποσοστό των αριστούχων να φτάνει το 21,8%. Στις επτά το πρωί τα θέματα έχουν «κλείσει». Πρέπει, όμως, να περάσουν
ακόμα τρεις ώρες μέχρι να βγουν τελικά από τα γραφεία του υπουργείου τα μέλη
της επιτροπής, ώστε να διασφαλιστεί πως δεν πρόκειται να υπάρξει καμία διαρροή.
Για να βρούμε το μοναδικό σοβαρό περιστατικό διαρροής θεμάτων πρέπει να
γυρίσουμε πίσω, στο μακρινό 1980. Τότε
ο αρμόδιος διευθυντής του υπουργείου Παιδείας και πρόεδρος της Επιτροπής
Εξετάσεων Γ. Ράμμος είχε δώσει τα θέματα των Μαθηματικών νωρίτερα σε δύο
φροντιστήρια. Συνέβη το εξής: καθώς τα θέματα υπαγορεύονται στον κ. Ράμμο,
εκείνος γράφει πιέζοντας το στιλό, ώστε όλες οι πληροφορίες να αποτυπωθούν στη
δεύτερη κόλλα που υπήρχε από κάτω. Αφού τελειώνει η υπαγόρευση, αυτός
ιχνογραφεί τη σημαδεμένη με τα θέματα κόλλα και τα δίνει σε δύο φροντιστήρια. Η
διαρροή έγινε τελικά γνωστή σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα να προκληθεί μεγάλη
αναταραχή στους κόλπους του υπουργείου Παιδείας. Ο τότε υπουργός Παιδείας Ιωάννης
Βαρβιτσιώτης υπέβαλε την παραίτησή του, χωρίς όμως αυτή να γίνει αποδεκτή.
Έκτοτε, οι μοναδικές περιπτώσεις διαβλητότητας έχουν να κάνουν με ορισμένα
φροντιστήρια που προσπάθησαν να δώσουν στους μαθητές τις απαντήσεις των θεμάτων
κατά τη διάρκεια των εξετάσεων. Συγκεκριμένα, το 2011 ιδιοκτήτης φροντιστηρίου
στο Γαλάτσι έστησε ολόκληρη επιχείρηση, προσπαθώντας να στείλει με sms σε
συνολικά τετρακόσιους υποψηφίους τις απαντήσεις των θεμάτων λίγο μετά την
έναρξη της διαδικασίας, στις 9:30. Η πλεκτάνη, τελικά, αποκαλύφθηκε όταν
μαθητής πιάστηκε από αστυνομικούς στις τουαλέτες του εξεταστικού κέντρου να
στέλνει τα θέματα στο φροντιστήριο. Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, η
μεταφορά των φακέλων με τα γραπτά των υποψηφίων γίνεται αποκλειστικά από
καθηγητές. Η διόρθωσή τους είναι το δεύτερο μέρος της όλης διαδικασίας. Οι
φάκελοι με τα γραπτά των υποψηφίων είναι σφραγισμένοι. Τα ονόματά τους επίσης.
Συνήθως, σε μια βάρδια οι πιο πολλοί καθηγητές διορθώνουν περίπου είκοσι πέντε
γραπτά. Η επιλογή των περιοχών όπου τελικά θα δοθούν προς διόρθωση οι φάκελοι
δεν είναι τυχαία. «Δεν θα δεις ποτέ γραπτά να φεύγουν από το Ηράκλειο και να
πηγαίνουν στα Χανιά. Έχει συμβεί οι βαθμοί να είναι λίγο παραπάνω από αυστηροί»
αστειεύεται ο κ. Παπαχρήστος.